Γρίβα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈɣɾi.va/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γρί‐βα
Ετυμολογία 1
επεξεργασία
- Γρίβα < γενική ενικού του αρσενικού Γρίβας
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Γρίβα θηλυκό άκλιτο