Δείτε επίσης: Βρισηίς
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Βρῑσηιδ-
ονομαστική Βρισηΐς αἱ Βρισηΐδες
      γενική τῆς Βρισηΐδος τῶν Βρισηΐδων
      δοτική τῇ Βρισηΐδ ταῖς Βρισηΐσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν Βρισηΐδ τὰς Βρισηΐδᾰς
     κλητική ! Βρισηΐς* Βρισηΐδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Βρισηΐδε
γεν-δοτ τοῖν  Βρισηΐδοιν
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος.
* Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το
Συνήθως στον ενικό.
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Βρισηΐς < Βρισεύς / Βρίσης + -ίς • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Βρισηΐς θηλυκό