Βασσόρα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Βασσόρα | ||
γενική | της | Βασσόρας | ||
αιτιατική | τη | Βασσόρα | ||
κλητική | Βασσόρα | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Βασσόρα < → δείτε τη λέξη Βασόρα
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /vaˈso.ɾa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βασ‐σό‐ρα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒασσόρα θηλυκό, μόνο στον ενικό
- πόλη του Ιράκ, άλλη γραφή του Βασόρα
Μεταφράσεις
επεξεργασία Βασσόρα
→ δείτε τη λέξη Βασόρα |