Βαλτέτσι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Βαλτέτσι | ||
γενική | του | Βαλτετσίου | ||
αιτιατική | το | Βαλτέτσι | ||
κλητική | Βαλτέτσι | |||
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Βαλτέτσι < σλαβικής προέλευσης *boltъсe (βαλτότοπος)[1]
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒαλτέτσι ουδέτερο, μόνο στον ενικό
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Βαλτέτσι στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία Βαλτέτσι
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Μπαμπινιώτης Γεώργιος, (2022). Λεξικό κυρίων ονομάτων (Α΄ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας Ι.Κ.Ε.
Πηγές
επεξεργασία- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)