Άρτεμη
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Άρτεμη | ||
γενική | της | Άρτεμης | ||
αιτιατική | την | Άρτεμη | ||
κλητική | Άρτεμη | |||
όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία Επεξεργασία
- Άρτεμη < Άρτεμις < αρχαία ελληνική Ἄρτεμις
Κύριο όνομαΕπεξεργασία
Άρτεμη θηλυκό
- (μυθολογία) άλλη μορφή του Άρτεμις
- γυναικείο όνομα, άλλη μορφή του Άρτεμις
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
Άρτεμη
|