Δείτε επίσης: -'s

  Ετυμολογία 1

επεξεργασία
's: συναίρεση του is

's (en) (εγκλιτικό)

  • (αυτός/αυτή/αυτό) είναι ή οποιοδήποτε υποκείμενο + το ρήμα is τοποθετούνται μαζί για να φτιάξουν τον χρόνο του present continuous ή τους χρόνους που ανήκουν στο future tense με going to
    It's a beautiful day.
    Είναι μια ωραία μέρα.
    Maria's swimming today.
    Μαρία κολυμπά σήμερα.
    The flight's leaving tomorrow at three?
    Η πτήση φεύγει αύριο στις τρεις;
    By the time I come, John's going to have left.
    Μέχρι την ώρα που έρθω, θα έχει φύγει ο Γιάννης.

  Ετυμολογία 2

επεξεργασία
's: συναίρεση του has

's (en) (εγκλιτικό)

  • (αυτός/αυτή/αυτό) ήταν ή οποιοδήποτε υποκείμενο + το ρήμα has τοποθετούνται μαζί για να φτιάξουν τον χρόνο του present perfect ή τον χρόνο του present perfect continuous
    It's been a beautiful day.
    Ήταν μια ωραία μέρα.
    Eleni's been very kind.
    Η Ελένη ήταν πολύ ευγενική.
    He's started cooking dinner.
    Έχει αρχίσει να μαγειρεύει δείπνο.
    Andreas's been working since the morning.
    Ο Ανδρέας δουλεύει από το πρωί.

  Ετυμολογία 3

επεξεργασία
's: συναίρεση του does

's (en) (εγκλιτικό)

  • (ανεπίσημο) χρησιμοποιείται σε ορισμένες ερωτηματικές προτάσεις μόνο με το ρήμα does ως auxiliary verb
    What's he do for work?
    Τι κάνει για τη δουλειά;
    When's the flight leave?
    Πότε φεύγει η πτήση;
    Where's the flight leave from?
    Από πού φεύγει η πτήση;

  Ετυμολογία 4

επεξεργασία
's: συναίρεση του us

  Αντωνυμία

επεξεργασία

's (en) (εγκλιτικό)

  • χρησιμοποιείται να φτιάξει τη συγχώνευση let's, ας + α' πρόσωπο πληθυντικού υποτακτικής του ρήματος
    Let's go!
    Ας πάμε!
    Let's eat!
    Ας φάμε!