zabójstwo
Πολωνικά (pl)
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | zabójstwo | zabójstwa |
γενική | zabójstwa | zabójstw |
δοτική | zabójstwu | zabójstwom |
αιτιατική | zabójstwo | zabójstwa |
οργανική | zabójstwem | zabójstwami |
τοπική | zabójstwu | zabójstwach |
κλητική | zabójstwo | zabójstwa |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαzabójstwo (pl) ουδέτερο
- ο φόνος