yak
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
yak (en)
- (θηλαστικό ζώο) το γιακ, βοοειδές των Ιμαλαΐων και του Νεπάλ
- διάλογος, κουβέντα
- φλυαρία
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
yak | yaks |
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
yak (fr)
- (θηλαστικό ζώο) άλλη γραφή του yack
- (ναυτικός όρος) ξύλινη λαβή γύρω στα 4 μέτρα που έχει στην άκρη του μια αιχμή ή ένα αγκίστρι. Χρησιμοποιείται για να αρπάξει ένα σκοινί, ένα ψάρι, κ.α.
Ιταλικά (it)Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
yak (it)
- (θηλαστικό ζώο) το γιακ, βοοειδές των Ιμαλαΐων και του Νεπάλ