Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
straightforward
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
straightforward
<
straight
+
forward
Επίθετο
επεξεργασία
straightforward
(en)
απλός
,
εύκολος
(στο να γίνει κατανοητός)
≈
συνώνυμα
:
easy
,
simple
(
μεταφορικά
)
ευθύς
≈
συνώνυμα
:
direct
(
μεταφορικά
)
τίμιος
≈
συνώνυμα
:
honest
(
μεταφορικά
)
ειλικρινής
≈
συνώνυμα
:
frank
Συγγενικά
επεξεργασία
straightforwardly
straightforwardness
unstraightforward