story
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
story | stories |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαstory (en)
- η ιστορία, η αφήγηση αληθινών ή επινοημένων γεγονότων
- ⮡ a true/funny story - αληθινή/αστεία ιστορία
- ⮡ ghost/hunting/fishing stories - ιστορίες για φαντάσματα/κυνήγι/ψάρεμα
- ⮡ detective/crime stories - αστυνομικές ιστορίες
- ⮡ horror stories - ιστορίες τρόμου
- ⮡ adventure stories - περιπετειώδες ιστορίες
- η υπόθεση, το θέμα, η πλοκή, η σειρά των γεγονότων σε ένα έργο
- (αμερικανική γραφή) ο όροφος, το πάτωμα
- ⮡ a small two-story house - ένα μικρό δίπατο σπίτι
- → δείτε τη λέξη storey (βρετανική γραφή)
Εκφράσεις
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- story - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 390, 918. ISBN 9780194325684., λήμμα: ιστορία, υπόθεση