stimulant
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | stimulant | stimulants |
θηλυκό | stimulante | stimulantes |
stimulant (fr)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
stimulant | stimulants |
stimulant (fr) αρσενικό