• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

stimulant

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό stimulant stimulants
θηλυκό stimulante stimulantes

stimulant (fr)

  1. διεγερτικός
  2. ερεθιστικός, ενθουσιαστικός, ενθαρρυντικός

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
stimulant stimulants

stimulant (fr) αρσενικό

  1. κίνητρο, ερέθισμα
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=stimulant&oldid=3911113"
Τελευταία επεξεργασία στις 22 Μαΐου 2017, στις 16:17
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 22 Μαΐου 2017, στις 16:17.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie