Τουρκικά (tr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

son vermek < son (τέλος) + vermek (δίνω)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /son veɾˈmɛc/

  Ρήμα επεξεργασία

son vermek (tr)

Κλίση επεξεργασία