reception
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
reception | receptions |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαreception (en)
- (μη μετρήσιμο) η ρεσεψιόν, ο χώρος μέσα στην είσοδο ενός ξενοδοχείου, ενός κτιρίου γραφείων κτλ. όπου οι επισκέπτες πηγαίνουν πρώτοι όταν φτάνουν
- ⮡ I asked reception if there’s a free room.
- Ρώτησα στη ρεσεψιόν αν υπάρχει ελεύθερο δωμάτιο.
- ⮡ I asked reception if there’s a free room.
- η δεξίωση, μια επίσημη κοινωνική περίσταση για να υποδεχτούμε κάποιον ή να γιορτάσουμε κάτι
- ⮡ Sweets will also be offered at the reception.
- Στη δεξίωση θα προσφερθούν και γλυκίσματα.
- ⮡ Sweets will also be offered at the reception.
- (μόνο ενικός) η υποδοχή, το είδος του καλωσορίσματος που δίνεται σε κάποιον ή κάτι
- ⮡ warm/good/frosty reception - θερμή/καλή/ψυχρή υποδοχή
- ⮡ Her book had an enthusiastic reception.
- Το βιβλίο της έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής.
- (μη μετρήσιμο) η λήψη, η ποιότητα των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σημάτων που εκπέμπονται
- ⮡ Do you have good TV reception in your area?
- Έχετε καλή τηλεοπτική λήψη στην περιοχή σας;
- ⮡ Do you have good TV reception in your area?
- (μη μετρήσιμο) η υποδοχή, η πράξη της υποδοχής κάποιου
Πηγές
επεξεργασία- reception - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 501, 917. ISBN 9780194325684., λήμμα: λήψη, υποδοχή
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- reception < απροσάρμοστο (άμεσο δάνειο) αγγλική reception
Ουσιαστικό
επεξεργασίαreception (it)
- η υποδοχή