promesplena
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | promesplena | promesplenaj |
αιτιατική | promesplenan | promesplenajn |
promesplena (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | promesplena | promesplenaj |
αιτιατική | promesplenan | promesplenajn |
promesplena (eo)