optimisme
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
optimisme | optimismes |
optimisme (fr) αρσενικό
- (φιλοσοφία) ο οπτιμισμός
- η αισιοδοξία
ενικός | πληθυντικός |
optimisme | optimismes |
optimisme (fr) αρσενικό