mi
Αλβανικά (sq)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαmi (sq)
Αρχαία αιγυπτιακά (egy)
επεξεργασίαΠρόθεση
επεξεργασίαmi
|
Βενετικά (vec)
επεξεργασίαΑντωνυμία
επεξεργασίαmi (vec)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
mi | mi |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαmi (fr) αρσενικό άκλιτο
Ομώνυμα / Ομόηχα
επεξεργασία
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΑντωνυμία
επεξεργασίαmi (eo)
Συγγενικά
επεξεργασία
Ισπανικά (es)
επεξεργασίαΑντωνυμία
επεξεργασίαmi (es)
Δείτε επίσης
επεξεργασίακατεχόμενο | ||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
πριν | μετά ή μόνο του | |||||||||
ενικός | πληθυντικός | ενικός | πληθυντικός | |||||||
αρσενικό | θηλυκό | αρσενικό | θηλυκό | αρσενικό | θηλυκό | αρσενικό | θηλυκό | |||
κάτοχος | ενικός | 1ο πρόσωπο | mi | mis | mío | mía | míos | mías | ||
2ο πρόσωπο | tu | tus | tuyo | tuya | tuyos | tuyas | ||||
3ο πρόσωπο | su* | sus* | suyo* | suya* | suyos* | suyas* | ||||
πληθυντικός | 1ο πρόσωπο | nuestro | nuestra | nuestros | nuestras | nuestro | nuestra | nuestros | nuestras | |
2ο πρόσωπο | vuestro | vuestra | vuestros | vuestras | vuestro | vuestra | vuestros | vuestras | ||
3ο πρόσωπο | su* | sus* | suyo* | suya* | suyos* | suyas* |
* Χρησιμοποιείται επίσης στον ενικό και στον πληθυντικό ευγενείας.
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαmi (it)
Πολωνικά (pl)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαmi (pl) ουδέτερο
Κλιτικός τύπος αντωνυμίας
επεξεργασίαmi (pl)