παραθετικά
θετικός mediocre
συγκριτικός more mediocre
υπερθετικός most mediocre

  Επίθετο

επεξεργασία

mediocre (en)

  • μέτριος, παρακατιανός, δεν είναι πολύ καλό
    ⮡  mediocre results - μέτρια αποτελέσματα
    ⮡  a mediocre lawyer - παρακατιανός δικηγόρος

Συνώνυμα

επεξεργασία