Ουσιαστικό

επεξεργασία

marmor (da)


  Ετυμολογία

επεξεργασία
marmor < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

marmor (la) ουδέτερο

αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική marmor marmŏră
γενική marmŏris marmŏrum
δοτική marmŏrī marmŏrĭbus
αιτιατική marmor marmŏră
κλητική marmor marmŏră
αφαιρετική marmŏre marmŏrĭbus
(γ' κλίση)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

marmor (sl)


  Ουσιαστικό

επεξεργασία

marmor (sv)