Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
lighting
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Ρηματικός τύπος
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
lighting
lightings
Ετυμολογία
επεξεργασία
lighting
<
light
+
-ing
Ουσιαστικό
επεξεργασία
lighting
(en)
το
φωτιστικό
, η
σκευή
φωτισμού
⮡
ceiling
lighting
-
φωτιστικά
οροφης
≈
συνώνυμα
:
light
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
lighting
(en)
ενεργητική
μετοχή
ενεστώτα
του
light