Ετυμολογία

επεξεργασία
irrespect < in- + respect

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /i.ʁɛs.pe/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
irrespect irrespects

irrespect (fr) αρσενικό

 συνώνυμα: audace, grossièreté, impertinence, impolitesse, incongruité, inconvenance,insolence, irrévérence
 αντώνυμα: respect

Συγγενικά

επεξεργασία