insulting
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | insulting |
συγκριτικός | more insulting |
υπερθετικός | most insulting |
insulting (en)
Ρηματικός τύπος
επεξεργασίαinsulting (en)
Πηγές
επεξεργασία- insulting - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 907. ISBN 9780194325684., λήμμα: υβριστικός