hidden
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
παραθετικά | |
θετικός | hidden |
συγκριτικός | more hidden |
υπερθετικός | most hidden |
hidden (en)
- μυστικός, που βρίσκεται σε σημείο που δεν φαίνεται
- ↪ a hidden door - μυστική πόρτα
- μυστικός, που είναι μυστικό
- ↪ hidden payments - μυστικές πληρωμές
Συνώνυμα επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
hidden (en)
Πηγές επεξεργασία
- hidden - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 579. ISBN 9780194325684., λήμμα: μυστικός