ενεστώτας get by
γ΄ ενικό ενεστώτα gets by
αόριστος got by
παθητική μετοχή got by, gotten by
ενεργητική μετοχή getting by

  Ετυμολογία

επεξεργασία
get by < → δείτε τις λέξεις get και by

get by (en)

  • τα βγάζω πέρα, τα φέρνω βόλτα, τα βολεύω, περνάω, έχω αρκετά χρήματα ή πράγματα για να ζήσω
    Can you get by without help?
    Μπορείτε να τα βγάλετε πέρα χωρίς βοήθεια;
    I cannot get by on this salary/without you.
    Δε μπορώ να τα βγάλω πέρα μ' αυτό το μισθό/χωρίς εσένα.
    Will 20 euros get you by to the end of the month?
    Θα τα βγάλεις πέρα με 20 ευρώ ως το τέλος του μήνα;
    I am just getting by.
    Μόλις που τα φέρνω βόλτα.
    We must get by with the money we have.
    Πρέπει να τα βολέψουμε με τα λεφτά που έχουμε.
    We can’t get by on your salary alone.
    Δεν μπορούμε να περάσουμε μόνο με το μισθό σου.
     συνώνυμα:  make do και manage

Δείτε επίσης

επεξεργασία