fulfilled
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαfulfilled (en)
Επίθετο
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | fulfilled |
συγκριτικός | more fulfilled |
υπερθετικός | most fulfilled |
fulfilled (en)
fulfilled (en)
παραθετικά | |
θετικός | fulfilled |
συγκριτικός | more fulfilled |
υπερθετικός | most fulfilled |
fulfilled (en)