fragile
Αγγλικά (en) επεξεργασία
παραθετικά | |
θετικός | fragile |
συγκριτικός | fragiler / more fragile |
υπερθετικός | fragilest / most fragile |
Επίθετο επεξεργασία
fragile (en)
- εύθραυστος
- ↪ The glasses are fragile.
- Τα ποτήρια είναι εύθραυστα.
- ↪ The glasses are fragile.
Πηγές επεξεργασία
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
fragile | fragiles |
fragile (fr) αρσενικό ή θηλυκό