Δείτε επίσης: DOS
ΔΦΑ : /dos/

Αριθμητικό

επεξεργασία

dos (es)

  1. δυο



Αριθμητικό

επεξεργασία

dos (ca)

  1. δυο



Ετυμολογία

επεξεργασία
dos < de + os

Συγχώνευση

επεξεργασία

dos (pt) αρσενικό (θηλυκό das)