difficilis
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- difficilis < κληρονομημένο από την πρωτοϊταλική . Μορφολογικά, (dis-) dif- + facilis
Επίθετο
επεξεργασίαdifficilis (la)
Κλίση
επεξεργασίαΑντώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΣύνθετα
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- difficilis - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.