decorative
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | decorative |
συγκριτικός | more decorative |
υπερθετικός | most decorative |
Επίθετο
επεξεργασίαdecorative (en)
παραθετικά | |
θετικός | decorative |
συγκριτικός | more decorative |
υπερθετικός | most decorative |
decorative (en)