παραθετικά
θετικός ornate
συγκριτικός more ornate
υπερθετικός most ornate

  Επίθετο

επεξεργασία

ornate (en)

  1. διακοσμητικός
    ⮡  ornate keys - διακοσμητικά κλειδιά
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη decorative