• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

déguerpir

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Ρήμα
      • 1.2.1 Συγγενικά

Γαλλικά (fr)

επεξεργασία

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /de.ɡɛʁ.piʁ/

Ρήμα

επεξεργασία

déguerpir (fr) (μεταβατικό)

  • (νομικός όρος) εγκαταλείπω κάποια κτήση για να αποφύγω μερικές υποχρεώσεις

(αμετάβατο)

  • (οικείο) φεύγω ξαφνικά, εξαφανίζομαι, ξεκουμπίζομαι, το βάζω στα πόδια

Συγγενικά

επεξεργασία
  • déguerpissement
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=déguerpir&oldid=5621489"
Τελευταία επεξεργασία στις 3 Νοεμβρίου 2022, στις 06:28

Γλώσσες

    • Čeština
    • Dansk
    • English
    • Français
    • Magyar
    • Ido
    • 한국어
    • Malagasy
    • Nederlands
    • Polski
    • Русский
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 3 Νοεμβρίου 2022, στις 06:28.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας