Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
déballer
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
de.ba.le
/
Ρήμα
επεξεργασία
déballer
(fr)
αφαιρώ
τη
συσκευασία
,
ανοίγω
,
ξετυλίγω
venez
déballer
vos cadeaux ! ελάτε να
ανοίξετε
τα δώρα σας!
≠
αντώνυμα
:
emballer
(
οικείο
)
αδειάζω
,
αραδιάζω
il faut
déballer
tous les cartons de déménagement - πρέπει να αδειάσουμε όλα τα κιβώτια της μετακόμισης
(
οικείο
)
φανερώνω
κάτι μυστικό,
αραδιάζω
il a commencé à
déballer
tous mes secrets - άρχισε να αραδιάζει όλα μου τα μυστικά
≈
συνώνυμα
:
confesser
,
dévoiler
,
s'épancher
,
s'ouvrir
,
vider son sac
≠
αντώνυμα
:
taire