couturière
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
couturière | couturières |
Ουσιαστικό
επεξεργασία
Πηγές
επεξεργασία
- couturière - 9e édition (1992-), 9η έκδοση Dictionnaire de l’Académie française [Λεξικό της Γαλλικής Ακαδημίας] (στα γαλλικά - διαθέσιμες όλες οι εκδόσεις - abréviations)
- couturière - Dictionnaire de français (Λεξικό της γαλλικής γλώσσας) - Larousse online
→ και δείτε τη λέξη couturier