chiffre
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- chiffre < cifre < μεσαιωνική λατινική cifra, μηδέν < αραβική sifr, κενό
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
chiffre | chiffres |
chiffre (fr) αρσενικό
- το ψηφίο, ο αριθμός, το νούμερο
- les chiffres - ο υπολογισμός, ο λογαριασμός