chiffrable
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
chiffrable | chiffrables |
Επίθετο
επεξεργασίαchiffrable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- που μπορεί να γραφεί ή να εκφραστεί με κάποιον αριθμό
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη chiffrer
ενικός | πληθυντικός |
chiffrable | chiffrables |
chiffrable (fr) αρσενικό ή θηλυκό