Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

centennal < λατινική centum (εκατό) + annus (έτος)

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /sɑ̃.te.nal/

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό centennal centennaux
θηλυκό centennale centennales

centennal (fr)

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία