Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈbɹeɪkɪŋ/
 
ομόηχο: braking

  Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

breaking (en)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
breaking breakings

breaking (en)

Πολυλεκτικοί όροι

επεξεργασία

(πληροφορική)

Εκφράσεις

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • breaking στην αγγλική Βικιπαίδεια