Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

→ δείτε τις λέξεις break, breaking και news

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

breaking news (en) πληθυντικός

  Αναφορές επεξεργασία