Ετυμολογία

επεξεργασία
breaking change < → δείτε τις λέξεις breaking και change

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
breaking change breaking changes

breaking change (en)

Δείτε επίσης

επεξεργασία