bas
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- bas < παλαιά γαλλική bas < λατινική bassus
Προφορά
επεξεργασίαΟμώνυμα / Ομόηχα
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bas | bas |
θηλυκό | basse | basses |
bas (fr)
Επίρρημα
επεξεργασίαbas (fr)