about-face
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
about-face | about-faces |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαabout-face (en)
- (μεταφορικά) υπαναχώρηση από τις αρχικές απόψεις ή θέσεις, πλήρης μεταστροφή σε σχέση με όσα πριν υποστήριζε κάποιος