• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

Vertrag

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Γερμανικά (de) Επεξεργασία

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

Vertrag (de) αρσενικό

  1. το συμβόλαιο, το συμφωνητικό
  2. η σύμβαση, η συνθήκη, το σύμφωνο
  3. η συμφωνία

ΣύνθεταΕπεξεργασία

  • der Arbeitsvertrag (η σύμβαση εργασίας)
  • der Ausbildungsvertrag (η σύμβαση για επαγγελματική μαθητεία)
  • der Bausparvertrag (το συμβόλαιο με στεγαστικό ταμιευτήριο)
  • der Friedensvertrag (η συνθήκη ειρήνης)
  • der Handelsvertrag (η εμπορική συμφωνία)
  • der Kaufvertrag (το συμβόλαιο αγοραπωλησίας)
  • der Mietvertrag (το μισθωτήριο, το ενοικιαστήριο)
  • der Tarifvertrag (η συλλογική σύμβαση)
  • der Vertragsbruch (η αθέτηση συμβολαίου, η παρασπονδία)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=Vertrag&oldid=3928453"
Τελευταία επεξεργασία στις 25 Μαΐου 2017, στις 06:40

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 25 Μαΐου 2017, στις 06:40.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie