Iesus
Λατινικά (la) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Iesus < (άμεσο δάνειο) ελληνιστική κοινή Ἰησοῦς < αρχαία εβραϊκή προέλευση
Προφορά επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Iesus αρσενικό
Κλίση επεξεργασία
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | Iesus | |
γενική | Iesūs | |
δοτική | Iesuī | |
αιτιατική | Iesum | |
κλητική | Iesus | |
αφαιρετική | Iesū | |
Πηγές επεξεργασία
- Iesus - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.