αρχαία εβραϊκά
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
Πολυλεκτικός όροςΕπεξεργασία
αρχαία εβραϊκά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- κωδικός γλώσσας: hbo
![]() |
αρχαία εβραϊκά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό