↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική das Bremerhaven
γενική des Bremerhavens
δοτική dem Bremerhaven
αιτιατική das Bremerhaven

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Bremerhaven < Bremen (Βρέμη) + -er- + Hafen (λιμάνι)[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /bʁeːmɐˈhaːfən/
 

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Bremerhaven (de) ουδέτερο, μόνο στον ενικό

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.