Ὑπερίων
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ῠπερῑων- | ||||
ονομαστική | ὁ | Ὑπερίων | ||
γενική | τοῦ | Ὑπερίωνος | ||
δοτική | τῷ | Ὑπερίωνῐ | ||
αιτιατική | τὸν | Ὑπερίωνᾰ | ||
κλητική ὦ! | Ὑπερίων | |||
3η κλίση, Κατηγορία 'κώδων' όπως «κώδων» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ὑπερίων < ὑπερίημι, κυριολεκτικά αυτός που διαβαίνει από μεγάλο ύψος, ο ουρανοδρόμος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαὙπερίων, -ωνος αρσενικό
- (ελληνική μυθολογία) Τιτάνας, γιος του Ουρανού και πατέρας του Ήλιου
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Θεογονία, 374 (371-374)
- Θεία δ᾽ Ἠέλιόν τε μέγαν λαμπράν τε Σελήνην | Ἠῶ θ᾽, ἣ πάντεσσιν ἐπιχθονίοισι φαείνει | ἀθανάτοις τε θεοῖσι τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσι, | γείναθ᾽ ὑποδμηθεῖσ᾽ Ὑπερίονος ἐν φιλότητι.
- Κι η Θεία τον Ήλιο το μεγάλο γέννησε και τη λαμπρή Σελήνη | και την Ηώ που δίνει φως σε όλους όσους κατοικούν πάνω στη γη | και στους αθάνατους θεούς που τον πλατύ τον ουρανό κατέχουν. | Τους γέννησε αφού υποτάχθηκε στον έρωτα του Υπερίονα.
- Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- Θεία δ᾽ Ἠέλιόν τε μέγαν λαμπράν τε Σελήνην | Ἠῶ θ᾽, ἣ πάντεσσιν ἐπιχθονίοισι φαείνει | ἀθανάτοις τε θεοῖσι τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσι, | γείναθ᾽ ὑποδμηθεῖσ᾽ Ὑπερίονος ἐν φιλότητι.
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Θεογονία, 374 (371-374)
Σημειώσεις
επεξεργασία- αναφέρεται στην Οδύσσεια (α-8). Κόρες του ήταν η Φαέθουσα και η Λαμπετία που φύλαγαν τις αγελάδες του. Τις ιερές αγελάδες αυτές έφαγαν οι σύντροφοι του Οδυσσέα με συνέπεια να χαθούν.
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Ὑπερίων - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.