Δείτε επίσης: ὄνειρος
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Ὄνειρος
      γενική τοῦ Ὀνείρου
      δοτική τῷ Ὀνείρ
    αιτιατική τὸν Ὄνειρον
     κλητική ! Ὄνειρε
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Ὄνειρος < ὄνειρος

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

Ὄνειρος αρσενικό, μόνο στον ενικό