Ετυμολογία

επεξεργασία
ὅδε < άρθρο + εγκλιτικό επίθημα -δε

  Αντωνυμία

επεξεργασία

ὅδε, ἥδε, τόδε

η δεικτική αντωνυμία «ὅδε»
Σημειώνεται η προσωδία στο α εκεί που είναι μακρό.
ενικός πληθυντικός δυϊκός
αρσενικό θηλυκό ουδέτερο αρσενικό θηλυκό ουδέτερο όλα τα γένη θηλυκό (σπάνια)
ονομαστική ὅδε ἥδε τόδε οἵδε αἵδε τάδε τώδε (ᾱ) τάδε
γενική τοῦδε τῆσδε τοῦδε τῶνδε τοῖνδε ταῖνδε
δοτική τῷδε τῇδε τῷδε τοῖσδε ταῖσδε τοῖσδε τοῖνδε ταῖνδε
αιτιατική τόνδε τήνδε τόδε τούσδε τάσδε (ᾱ) τάδε τώδε (ᾱ) τάδε
Παράρτημα:Γραμματική: Αντωνυμίες