Δείτε επίσης: ἐλάσσων, ελάσσων

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Ἐλασσών
      γενική τῆς Ἐλασσόνος
      δοτική τῇ Ἐλασσόν
    αιτιατική τὴν Ἐλασσόν
     κλητική ! Ἐλασσών
3η κλίση, Κατηγορία 'κανών' όπως «κανών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ἐλασσών < αρχαία ελληνική Ὀλοοσσών

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ἐλασσών θηλυκό