Ετυμολογία

επεξεργασία
ἐπὶ τοῦ παρόντος < αρχαία ελληνική ἐπὶ τοῦ παρόντος < ἐπὶ + τοῦ (γενική ενικού του ) + παρόντος (γενική ενικού του παρών)

  Επίρρημα

επεξεργασία

ἐπὶ τοῦ παρόντος

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ἐπὶ τοῦ παρόντος < ἐπὶ + τοῦ (γενική ενικού του ) + παρόντος (γενική ενικού του παρών)

  Επίρρημα

επεξεργασία

ἐπὶ τοῦ παρόντος

Εκφράσεις

επεξεργασία