Ἀνθήλη
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | Ἀνθήλη | ||
γενική | τῆς | Ἀνθήλης | ||
δοτική | τῇ | Ἀνθήλῃ | ||
αιτιατική | τὴν | Ἀνθήλην | ||
κλητική ὦ! | Ἀνθήλη | |||
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'γνώμη' όπως «γνώμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ἀνθήλη < ἀνθήλη
Κύριο όνομα
επεξεργασίαἈνθήλη θηλυκό, μόνο στον ενικό
- πόλη της Ελλάδας, κοντά στις Θερμοπύλες
Πηγές
επεξεργασία- Ἀνθήλη - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.